Όταν στέκεται μπροστά τους
στη σκιά μιας υποψίας
εξακολουθεί να είναι
μια σύνθεση φωτός
η άβυσσος των μαλλιών του
είναι δαμασμένη σ’ έναν κότσο
αθωότητας
με την πρώτη ερώτηση
βάφονται τα μάγουλά του μ’ αίμα
Όταν στέκεται μπροστά τους
στη σκιά μιας υποψίας
εξακολουθεί να είναι
μια σύνθεση φωτός
η άβυσσος των μαλλιών του
είναι δαμασμένη σ’ έναν κότσο
αθωότητας
με την πρώτη ερώτηση
βάφονται τα μάγουλά του μ’ αίμα
Θα γίνω τριάντα χρόνων σε τριάντα ένα χρόνια-
Τώρα είμαι έμβρυο Συνέχεια
Εκείνο που φοβάμαι πιο πολύ
είναι μη γίνω «ποιητής»
Μην κλειστό στο δωμάτιο
ν’ αγναντεύω τη θάλασσα
κι απολησμονήσω.
Μην κλείσουνε τα ράμματα στις φλέβες μου
κι από θολές αναμνήσεις και ειδήσεις της ΕΡΤ
μαυρίζω χαρτιά και πλασάρω απόψεις.
Μη με αποδεχτεί η ράτσα που μας έλειωσε
για να με χρησιμοποιήσει.
Μη γίνουνε τα ουρλιαχτά μου μουρμούρισμα
για να κοιμίζω τους δικούς μου.
Μη μάθω μέτρο και τεχνική
και κλειστώ μέσα σε αυτά
για να με τραγουδήσουν.
Μην πάρω κιάλια για να φέρω πιο κοντά
τις δολιοφθορές που δεν θα παίρνω μέρος
μη με πιάσουν στην κούραση
παπάδες και ακαδημαϊκοί
και πουστέψω
Έχουν όλους τους τρόπους αυτοί
και την καθημερινότητα που συνηθίζεις
σκυλιά μας έχουν κάνει
να ντρεπόμαστε για την αργία
περήφανοι για την ανεργία
Έτσι είναι.
Μας περιμένουν στη γωνία
καλοί ψυχίατροι και κακοί αστυνόμοι.
Ο Μάρξ…
τον φοβάμαι
το μυαλό μου τον δρασκελάει και αυτόν
αυτοί οι αλήτες φταίνε
δεν μπορώ γαμώτο να τελειώσω αυτό το γραφτό
μπορεί…ε;…μίαν άλλη μέρα…
Ένα δραματικό σχέδιον
α. Κύριε:
β. Παρακαλώ;
α. Συλλαμβάνεσθε.
β. Όχι.
α. Κύριε σας λέω συλλαμβάνεσθε.
β. Όχι.
α. Κύριε θα πυροβολήσω. Συνέχεια
είναι γνώση, λύτρωση, δύναμη, εγκατάλειψη. ικανή ν’ αλλάξει τον κόσμο, η ποιητική πράξη είναι φύσει επαναστατική. σαν πνευματική άσκηση οδηγεί στην εσωτερική απελευθέρωση. η ποίηση αποκαλύπτει τον κόσμο αυτόν εδώ, δημιουργεί έναν άλλον κόσμο. πρόσφορο των εκλεκτών, τροφή καταραμένη. ενώνει, απομονώνει. προσκλητήριο για το ταξίδι, επιστροφή στα πάτρια. έμπνευση, αναπνοή, μυική άσκηση. Συνέχεια
Δεν είτανε πως δεν τον γνώρισε στο φως της παραστιάς· δεν είταν
τα κουρέλια του επαίτη, η μεταμφίεση, – όχι· καθαρά σημάδια:
η ουλή στο γόνατό του, η ρώμη, η πονηριά στο μάτι. Τρομαγμένη,
ακουμπώντας τη ράχη της στον τοίχο, μια δικαιολογία ζητούσε,
μια προθεσμία ακόμη λίγου χρόνου, να μην απαντήσει,
να μην προδοθεί[1]. Γι’ αυτόν, λοιπόν, είχε ξοδέψει είκοσι χρόνια,
είκοσι χρόνια αναμονής και ονείρων, για τούτον τον άθλιο,
τον αιματόβρεχτο ασπρογένη; Ρίχτηκε άφωνη σε μια καρέκλα,
κοίταξε αργά τους σκοτωμένους μνηστήρες, στο πάτωμα,
σα να κοιτούσε
νεκρές τις ίδιες της επιθυμίες. Και: «καλωσόρισες», του είπε,
ακούγοντας ξένη, μακρινή, τη φωνή της. Στη γωνιά, ο αργαλειός της
γέμιζε το ταβάνι με καγκελωτές σκιές· κι όσα πουλιά είχε υφάνει
με κόκκινες λαμπρές κλωστές σε πράσινα φυλλώματα, αίφνης,
τούτη τη νύχτα της επιστροφής, γυρίσαν στο σταχτί και μαύρο
χαμοπετώντας στον επίπεδο ουρανό της τελευταίας της καρτερίας.
Λέρος, 22, ΙΧ,68
[1] θυμός μοι ενί στήθεσσιν τέθηπεν, ουδέ τι προσφάσθαι δύναμαι έπος ουδ’ ερέεσθαι,ουδ’ εις ώπα ιδέσθαι εναντίον»
Δεν επεδίωξα ποτέ να γίνω δυσνόητος και ως εκ τούτου δεν νοιώθω ιδιαίτερα κατάλληλος να σας μιλήσω για τον υποτιθέμενο ιταλικό ερμητισμό, η ύπαρξη του οποίου προϋποθέτει την παρουσία στη χώρα μας – πράγμα για το οποίο πολύ αμφιβάλλω – μιας ομάδας συγγραφέων που συστηματικά θέτουν ως στόχο τους την κατάργηση της επικοινωνίας ανάμεσα στο δημιουργό και το κοινό. Θα προσπαθήσω ωστόσο να δώσω μια σύντομη απάντηση στα ζητήματα που εγείρουν οι ερωτήσεις σας. Αν αφήσουμε κατά μέρος την αξιοπρόσεκτη τάση των κριτικών προς τον δυσνόητο λόγο, πρόκειται στην καλύτερη περίπτωση για εκκολαπτόμενους ποιητές, οι οποίοι συνεργάζονται ή και μετέχουν σε μια ποιητική σχολή που γεννιέται ή θα μπορούσε να γεννηθεί ανεξάρτητα ίσως από τη συνεργασία τούτη. Κι ας παραλείψουμε επίσης τις συμπάθειες προς τον υπερρεαλισμό που εμφανίζονται εδώ κι εκεί στα γραπτά των νέων: καρπό του μιμητισμού είτε μιας εκλεκτικής συγγένειας που πάντως δεν έχει δώσει μέχρι στιγμής τίποτε το αξιόλογο. Συνέχεια
I.
Παρ’ όλη την συγκίνηση που νιώθουμε μπροστά στα έργα τέχνης, καλό θα ήταν οι κουβέντες για την τέχνη να γίνονται με συγκρατημένο ύφος. Για τον περισσότερο κόσμο το έργο τέχνης είναι ελκυστικό μόνο και μόνο επειδή αντανακλά την κοσμοθεωρία του καλλιτέχνη. Ωστόσο, ενώ η κοσμοθεωρία για έναν καλλιτέχνη – όπως το σφυρί στα χέρια ενός τεχνίτη – είναι και το μέσον και ο τρόπος, το μόνο πραγματικό είναι το ίδιο του το έργο.
Να υπάρχει – ιδού το ύψιστο φιλότιμο του καλλιτέχνη. Δεν θέλει άλλο παράδεισο εκτός από την ύπαρξη, και όταν του μιλάνε για πραγματικότητα, εκείνος περιορίζεται να χαμογελάει πικρά, μια και γνωρίζει μια πραγματικότητα απέραντα πιο πειστική: την τέχνη.
Το θέαμα ενός μαθηματικού που με ευκολία βρίσκει το τετράγωνο κάποιου δεκαψήφιου μας κάνει αρκετή εντύπωση. Όμως πολύ συχνά αγνοούμε πως και ο ποιητής βρίσκει την δέκατη δύναμη ενός φαινομένου, ενώ η σεμνή εμφάνιση ενός έργου τέχνης όχι σπάνια μας ξεγελά όσον αφορά στη φοβερά πυκνή πραγματικότητα που περιέχει.
Αυτή η πραγματικότητα στην ποίηση είναι ο λόγος καθ’ εαυτόν. Αυτή τη στιγμή, για παράδειγμα, αναπτύσσοντας τη σκέψη μου σε όσο δυνατόν πιο ακριβή και καθόλου ποιητική μορφή, χρησιμοποιώ κατ’ ουσίαν σύμβολα και όχι λέξεις. Οι κωφάλαλοι συνεννοούνται άριστα και οι σιδηροδρομικοί σηματοφόροι κάνουν την αρκετά πολύπλοκη δουλειά τους χωρίς τη βοήθεια λέξεων. Έτσι, αν εκλάβουμε το νόημα ως περιεχόμενο, τότε όλα τα υπόλοιπα τα οποία υπάρχουν σε μια λέξη μπορούν να θεωρηθούν ένα απλό μηχανικό συμπλήρωμα, που το μόνο που κάνει είναι να δυσκολεύει την γρήγορη μετάδοση της σκέψης. Σιγά σιγά ένα προς ένα τα συστατικά της λέξης χωρέσανε στην έννοια της μορφής, και μόνο το συνειδητό νόημα, ο Λόγος, μέχρι τώρα λανθασμένα και αυθαίρετα θεωρήθηκε ως περιεχόμενο. Συνέχεια
Στους αναγνώστες του Νέου μας Πρώτου Αναπάντεχου.
Εμείς και μόνο εμείς είμαστε το πρόσωπο των καιρών μας. Μ’ εμάς το βούκινο του χρόνου ηχεί μέσα στην τέχνη της λέξης.
Το παρελθόν είναι κλειστό. Η Ακαδημία και ο Πούσκιν είναι λιγότερο κατανοητοί απ’ τα ιερογλυφικά.
Πετάξτε τον Πούσκιν, τον Ντοστογιέφσκι, τον Τολστόι, κ.λπ., κ.λπ., από το ατμόπλοιο του Μοντέρνου.
Εκείνος που δεν ξεχνά την πρώτητου αγάπη δεν θα αναγνωρίσει την τελευταία του.
Ποιος, καλόπιστα, θα έστρεφε την τελευταία του αγάπη κατά τη μεριά της αρωματισμένης λαγνείας ενός Μπαλμόντ; ‘Η μήπως είναι αυτή η αντανάκλαση της σημερινής ρωμαλέας ψυχής;
Ποιος, άτολμα, θα φοβόταν να σκίσει τη χάρτινη αρματωσιά από το μαύρο σμόκιν του πολεμιστή Μπριούσωφ; ‘Η μήπως η αυγή ενός άγνωστου κάλλους φέγγει από εκεί;
Νίψατε τα χέρια που άγγιξαν τη βδελυρή γλίτσα των βιβλίων που γράφτηκαν από τους αναρίθμητους Λεονίντ Αντρέγιεφ.
‘Ολοι αυτοί οι Μαξίμ Γκόρκυ, οι Κουπρίν, οι Μπλοκ, οι Σολογκούμ, οι Ρεμιζώφ, οι Αβαρτσένκο, οι Τσόρνυ, οι Κουζμίν, οι Μπούνιν, κ.λπ., χρειάζονται μόνο μια ντάτσα στην ακροποταμιά. Τέτοια είναι η ανταμοιβή που προσφέρει η μοίρα στους ραφτάδες.
Από τους ουρανοξύστες μας ψηλά παρατηρούμε την ασημαντότητά τους!….
Διατάσσουμε να γίνουν σεβαστά τα δικαιώματα των ποιητών:
1. Να διευρύνουμε τα φάσμα του λεξιλόγιου των ποιητών με αυθαίρετες και παράγωγες λέξεις (λεξιπλασία).
2. Να νιώσουμε ένα ανυπέρβλητο μίσος για τη γλώσσα που υπήρξε πριν από εμάς.
3. Να πετάξουμε με φρίκη από τα περήφανα μέτωπα των ποιητών το Στεφάνι φτηνής δόξας που Εσείς κατασκευάσατε από διακόπτες λουτρών.
4. Να σταθούμε στο βράχο της λέξης »εμείς» μέσα σε μια θάλασσα αποδοκιμασίας και κατακραυγής.
Κι αν προς το παρόν τα απαίσια ίχνη της δικής Σας »κοινής λογικής» και »καλαισθησίας» είναι ακόμα ορατά μέσα στις φράσεις μας, αυτές οι ίδιες φράσεις για πρώτη φορά αστράφτουν με τον Κεραυνό εν αιθρία του Νέου Ερχόμενου Κάλλους που γεννά η Αυτάρκης Λέξη.
μετάφραση Μίλτος Φραγκόπουλος
Πρώτο Μανιφέστο (Βραδιά Νταντά, Ζυρίχη 1914)
Το Νταντά είναι μια νέα τάση στην τέχνη. Αυτό μπορεί να το διακρίνει κανείς από το γεγονός ότι μέχρι τώρα κανείς δεν γνώριζε τίποτα και αύριο όλη η Ζυρίχη θα μιλά γι’αυτό. Η λέξη Νταντά προήλθε από το λεξικό. Είναι φοβερά απλό. Στα γαλλικά σημαίνει ξύλινο αλογάκι. Στα γερμανικά σημαίνει αντίο, παράτα με ήσυχο. Εις το επανιδείν! Στα ρουμάνικα: «Ναι, πράγματι, έχετε δίκιο, έτσι είναι. Μάλιστα, πράγματι, σύμφωνοι, ας το κάνουμε». Και πάει λέγοντας. Συνέχεια
Κάποια κυρία, ξακουστή στον μικρό κύκλο της για την άσφαλτη δημοσιογραφική της πληροφόρηση στη λογοτεχνία, μου παραπονιέται για μια αυξανόμενη ακηδία. »Από τον καιρό που εμφανίστηκαν οι Ρώσοι, δεν μπορώ να διαβάσω τίποτε άλλο. Τέλειωσα τον Ντοστογιέβσκη και δεν ξέρω τι να κάνω». Υπαινίχτηκα ότι ο μέγας Ρώσος υπήρξε θαυμαστής του Ντίκενς, και ότι θα μπορούσε ίσως να σταθεί σ’ αυτόν το συγγραφέα. »Μα ο Ντίκενς είναι αισθηματολόγος- ο Ντοστογιέβσκη ρεαλιστής». Συλλογίστηκα τους έρωτες της Σόνιας και του Ρασκόλνικοφ, όμως απέφυγα να επιμείνω και πρότεινα το Ποτέ δεν είναι αργά για να επανορθώσουμε. »Μα ποιος μπορεί πλέον να διαβάσει Βικτωριανούς!»
Ο… εξπρεσσιονισμός, ως τεχνοτροπία είναι πολύπλευρος στις εμπειρικές του τροπές, ενιαίος όμως στην εσωτερική θεμελιώδη θεώρησή του· σκοπός του είναι ο κατακερματισμός της πραγματικότητας, η άτεγκτη «πορεία προς τη ρίζα των πραγμάτων», ώσπου αυτά να μην χρωματίζονται, να μην νοθεύονται, να μην εκθηλύνονται πλέον ατομικά και αισθησιοκρατικά, να μην απαξιώνονται διολισθαίνοντας στον ψυχολογισμό, αλλά, μέσα στη μη αιτιακή διαρκή σιωπή του απόλυτου Εγώ, να είναι έτοιμα να ανταποκριθούν στην σπάνια κλήση του δημιουργικού πνεύματος· προαναγγελίες αυτής της τεχνοτροπίας συναντούμε σε όλο τον 19ο αιώνα.
Συνέχεια
Κοιμάμαι πολύ αργά. Αυτοκτονώ κατά 65%. Η ζωή μου είναι πολύ φτηνή, δεν είναι δικό μου παρά το 30% της. Η ζωή μου περιέχει 30% ζωή. Της λείπουνε τα μπράτσα, οι σπάγκοι και μερικά κουμπιά. Το 5% είναι αφιερωμένο σε μια κατάσταση ημιδιαφανούς νάρκης που συνοδεύεται από αναιμικούς κρότους. Αυτό το 5% λέγεται Νταντά. Έτσι λοιπόν η ζωή είναι φτηνή. Ο θάνατος είναι λίγο πιο ακριβός. Αλλά η ζωή είναι χαριτωμένη και ο θάνατος είναι επίσης χαριτωμένος.
Περήφανοι επαναστάτες εκείνοι που παρασταθήκανε στη γέννηση του Υπερρεαλισμού, φροντίσανε να τον εξοπλίσουνε με ρήσεις που ν’ αποκλείουν αποτελεσματικά και σε οποιαδήποτε περίπτωση την ασυνέπεια. Είπαν:
-Η ομορφιά δε μας φαίνεται απαραίτητη.
-Υπάρχει μέσα στο πνεύμα ένα σημείον όπου όλες οι αντιφάσεις συμφιλιώνονται.
-Ο ποιητής δεν επιβάλλει τη δική του φωνή αλλά διαβιβάζει τη φωνή που υπάρχει πάντοτε και αντηχεί για όλους.
Συνέχεια
Συγκεντρωθείτε σ’ αυτό που έχετε να γράψετε, αφού εγκατασταθείτε σ’ ένα μέρος όσο το δυνατόν ευνοϊκότερο γι’ αυτό το σκοπό. Περάστε στην πιο παθητική ή την πιο δεκτική κατάσταση που σας είναι δυνατόν. Αφαιρέστε το μυαλό σας, τα ταλέντα σας, κι όλων των άλλων. Πείτε στον εαυτό σας ότι η λογοτεχνία είναι ένας από τους πιο θλιβερούς δρόμους που οδηγούν παντού. Γράψτε γρήγορα χωρίς προσχεδιασμένο θέμα, αρκετά γρήγορα ώστε να μη συγκρατήσετε και να μη βρεθείτε στον πειρασμό να ξαναδιαβάσετε αυτά που έχετε γράψει. Η πρώτη φράση θα έρθει τελείως μόνη, αφού αληθεύει πως κάθε δευτερόλεπτο υπάρχει στη συνειδητή σκέψη μας μια παράξενη φράση που δεν επιδιώκει παρά να εξωτερικευτεί.
Πάρτε μια εφημερίδα.
Πάρτε ένα ψαλίδι.
Διαλέξτε από την εφημερίδα ένα άρθρο στο μέγεθος του ποιήματος που θέλετε να κάνετε.
Κόψτε με το ψαλίδι το άρθρο.
Κατόπιν κόψτε προσεκτικά τις λέξεις που αποτελούν το άρθρο και βάλτε τις μέσα σε μια τσάντα.
Ταρακουνήστε μαλακά την τσάντα.
Κατόπιν αρχίστε να βγάζετε από τη τσάντα τη μια λέξη μετά την άλλη.
Αντιγράψτε τις ευσυνείδητα με τη σειρά που βγήκαν από τη τσάντα.
Το ποίημα θα σας μοιάζει.
Και να που γίνατε ένας άπειρα πρωτότυπος συγγραφέας με μια χαριτωμένη ευαισθησία, έστω κι αν δεν σας καταλαβαίνει το κοπάδι.
«Όταν τα σκυλιά διασχίζουν τον αέρα μέσα σ’ένα διαμάντι σαν ιδέες και το συμπλήρωμα του μηνιγγιού δείχνει την ώρα του προγράμματος του ξυπνητηριού» (ο τίτλος είναι δικός μου).
οι τιμές είναι χθες κατάλληλες κατόπιν πίνακας / εκτιμούμε την εποχή του ονείρου των ματιών / πομπωδώς να απαγγέλλει τα ευαγγέλια είδος που πέφτει σε αφάνεια / ομάδα της αποθέωσης φανταστείτε είπε το μοιραίο εξουσία των χρωμάτων / γλυπτό φτερουγίζει την πραγματικότητα μια μαγεία / θεατής όλες τις προσπάθειες του όχι άλλο πια 10 με 12 / κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης ανεμοθύελλα κατέρχεται η πίεση / καταστώντας τους πολλούς μια γραμμή σάρκας πάνω σε μια τερατώδη συντριπτική σκηνή / να γιορτάσει άλλα οι 160 οπαδοί μέσα σε βήματα που τυποποιήθηκαν από την μαργαρίνη.
Μεγάλος θόρυβος δημιουργήθηκε στον κόσμο (και κόσμο εννοώ τα πιο πολύτιμα και ανώφελα πράγματα) γύρω από δύο λέξεις: καθαρή ποίηση. Είμαι λίγο υπεύθυνος για το θόρυβο αυτό. Έτυχε, εδώ και μερικά χρόνια, προλογίζοντας την ποιητική συλλογή κάποιου φίλου μου, να προφέρω τούτες τις λέξεις χωρίς να τους προσδώσω οριακή σημασία και χωρίς να προβλέψω σε ποια συμπεράσματα θα έφθαναν όσοι ενδιαφέρονται για την ποίηση. Ήξερα καλά τι εννοούσα με τις λέξεις εκείνες, δεν ήξερα όμως ότι θα προκαλούσαν τέτοιες απηχήσεις και αντιδράσεις στους εραστές της λογοτεχνίας. Ήθελα μόνο να επιστήσω την προσοχή σε κάποιο γεγονός κι όχι να διατυπώσω μια θεωρία, κι ακόμη λιγότερο να θεμελιώσω ένα δόγμα και να θεωρήσω αιρετικούς όλους όσους δεν θα προσχωρούσαν. Συνέχεια