Μαξ Ζακόμπ, Λογοτεχνικά ήθη

schnee

Όταν μια συντροφιά κυρίων ανταμώνει μιαν άλλη συντροφιά, είναι σπάνιο οι υποκλίσεις να μην ανακατώνονται με μειδιάματα. Όταν μια συντροφία κυρίων ανταμώνεται μ’ έναν κύριο, αν και γίνεται μια βαθιά υπόκλιση, οι υποκλίσεις ακολουθούν τη φθίνουσα και, καμιά φορά, ο τελευταίος της συντροφιάς δεν χαιρετάει καν. Φαίνεται πως έγραψα ότι είχες δαγκώσει μια γυναίκα στη ρώγα του βυζιού της και ότι έτρεξε αίμα. Εάν πιστεύεις πως το έκανα, γιατί με χαιρετάς; Συναντηθήκαμε στο σπίτι κάποιας χοντρής κυρίας με γυαλιά που έχει μια πλεκτή πελερίνα, μου έσφιξες το χέρι, αλλά βρεθήκαμε στην κάμαρη όπου βρίσκεται η σένια της κυρίας και μου πέταξες στο κεφάλι τα μαξιλάρια της σένιας. Αυτά τα μαξιλάρια ήτανε πέρα για πέρα 18ος αιώνας. Λένε πως σου πέταξα κι εγώ επίσης μαξιλάρια αντί να δικαιολογηθώ. Δεν ξέρω αν είναι αλήθεια. Όταν η παρέα μου θα σε συναντήσει, εάν είμαι ο τελευταίος, ο οποίος και δεν χαιρετάει, μη νομίσεις πως είναι για την ιστορία με τα μαξιλάρια· εάν όμως η παρέα μου ανταμώσει τη δική σου κι ανταλλαχτούν μειδιάματα, μη νομίσεις πως θα ‘ναι κι από μένα.

***

Κάποιος έμπορος από την Αβάνα μου είχε στείλει ένα πούρο σε χρυσό περιτύλιγμα που ήταν λίγο καπνισμένο. Οι ποιητές, στο τραπέζι, είπαν πως ήταν για να με ρεζιλέψει, μα ο γερο-Κινέζος που μας είχε καλεσμένους είπε πως έτσι ήταν το συνήθειο στην Αβάνα, σαν ήθελαν να περιποιήσουν μεγάλη τιμή. Έδειξα δυο υπέροχα ποιήματα που ένας λόγιος από τους φίλους μου είχε μεταφράσει για μένα πάνω στο χαρτί, επειδή τα θαύμασα κατά την προφορική του μετάφραση. Οι ποιητές είπαν ότι τα ποιήματα αυτά ήταν πολύ γνωστά και ότι δεν άξιζαν δεκάρα. Ο γερο-Κινέζος είπε ότι δεν ήταν δυνατό να τα ξέρουν, διότι δεν υπήρχαν παρά σε ένα και μόνο αντίτυπο γραμμένο με το χέρι και σε πελβικά, γλώσσα που την αγνοούσαν. Οι ποιητές, τότε, μπήξανε κάτι δυνατά γέλια σαν τα παιδιά και ο γερο-Κινέζος μας κοίταξε με θλίψη.

μετάφραση Αντώνης Ζέρβας

Σχολιάστε